ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΑΙ Η ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ.
– Τὸ μέγα μυστήριον τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως Τοῦ Θεοῦ Λόγου, προϋπῆρχε κι αὐτῆς τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ βρισκόταν ἀϊδίως καὶ αἰωνίως στὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ, νὰ σαρκωθεῖ ἀκαταλήπτως ὁ μονογενης Υἱὸς Αὐτοῦ ἐν μέσῳ τῆς ἱστορίας κι ὅταν ἔλθει τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου κι ἀπαγγελθεῖ διὰ τῶν Προφητῶν διά νὰ προσλάβει καὶ τὴν ἀνθρώπινη φύση.
Ὁπως ὁ Μ. Βασίλειος ἀναφέρει ὅτι, «ὁ ἐπιτήδειος πρὸς τὴν ἐνανθρώπησιν τοῦ Κυρίου καιρὸς» ὑπῆρξε «πάλαι προωρισμένος καὶ προδιατεταγμένος πρὸ καταβολῆς κόσμου». «Σεσιγημένον ἀπὸ τῶν αἰώνων».
Τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ σχέδιο τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως Τοῦ Θεοῦ Λόγου, προϋπῆρχε πρὶν τὴν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ἀποκαλύπτει καὶ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διὰ τῆς Ἁγίας Γραφῆς στὸ βιβλίο της γεννέσεως, ὅταν εἶπε στὸν διάβολον ποὺ ἐξαπάτησε τοὺς πρωτοπλάστους, «Ἒχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦ – τοῦ ὄφεως· «Θὰ βάλω», λέγει, «ἔχθρα, θὰ στήσω ἔχθρα, ἀνάμεσα σὲ σένα, τὸν διάβολο»- καὶ ἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς(και ἀνάμεσα στὴν γυναῖκα. Ἀνάμεσα σὲ σᾶς τους δυό). Καὶ ἀπόγονος αὐτῆς τῆς γυναίκας, «Αὐτός σου τηρήσει κεφαλὴν καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν», (Γενέσ. 3, 15).
Ἐννοῶντας ὅπως λέγουν καὶ οἱ Πατέρες ὅτι, «ἐσὺ θὰ τὸν ἀνεβάσεις στὸν Σταυρό, ἀλλὰ Ἐκεῖνος θὰ ἀναστηθεῖ καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασή Του θὰ σοῦ συντρίψει τὸ κεφάλι». Γνώριζε ἐκ τῶν προτέρων ὁ Θεὸς ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ ἁμαρτήσει διὰ τῆς παρακοῆς καὶ θὰ ἐκπέσει, καθότι ὑπῆρχε ὁ Θεὸς καί προϋπῆρχε πρὸ τῶν αἰώνων καὶ ὑπάρχει πάντοτε αἰωνίως καὶ δύναται νὰ βρίσκεται ἐκτὸς χρόνου καὶ χώρου ἀλλὰ καὶ πανταχοῦ παρὼν καὶ νὰ γνωρίζει τὰ μέλλοντα πρὶν ἀκόμη συμβοῦν μέσα στὸν χρόνο, καθότι ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν χῶρον καὶ τὸν χρόνον.
«Τὰ προσυφαινόμενα τῇ πίστει δόγματα λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος περὶ τῆς τοῦ Κυρίου ἐνανθρωπήσεως» εἶναι «βαθύτερα τῆς ἡμετέρας καταλήψεως». Ὁ δικός μας νοὺς εἶναι κτιστὸς καὶ συνεπῶς μπορεῖ νὰ κατανοήσει μόνο ὅσα συμβαίνουν μέσα στὸν χρόνο καὶ μετὰ τὸ μηδὲν τῆς δημιουργίας, ἀλλὰ καὶ κάτω ἀπὸ τὸ ἄπειρο. «Ὁ ἀντινομικὸς χαρακτῆρας τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας – μᾶς λέγει πάλι ὁ Μέγας Βασίλειος – πρέπει νὰ νοεῖται θεοπρεπῶς». Δηλαδὴ ὡς μυστήριον καὶ οὐχὶ ὡς κατανοητὸν γεγονὸς ἐκ τῆς διανοίας ἡμῶν, διαφορετικὰ βλασφημουμε τὸν Θεὸν ὡς καὶ οἱ αἱρετικοί, ἐπειδὴ πιστεύουμε ὅτι δυνάμεθα νὰ περικλείσουμε μέσα στὴν δική μας κτιστὴ λογική, τὴν ἄκτιστη καὶ ἄπειρη Σοφία Τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀδύνατον νὰ χωρέσει καὶ νὰ κατανοηθεῖ ἡ ἄκτιστος σοφία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν δική μας κτιστὴ λογικὴ καὶ ἐὰν κι ἐφόσον πιστεύουμε κάτι τέτοιο, τότε ὄντως βλασφημοῦμε τὸν Θεόν. Ὁ ὀρθολογισμὸς εὐθύνεται γιὰ τὴν ἀθεΐαν καὶ πᾶσαν αἵρεσιν, διότι ἀκριβῶς σκεπτόμενοι οἱ ἄνθρωποι ἐν τῇ κτιστῇ διανοίᾳ αὐτῶν, προσπαθοῦν νὰ ἑρμηνεύσουν τὰ μυστήρια καὶ τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, μὲ τὸν δικό τους κτιστὸ νοῦ.
«Νόει μοὶ θεοπρεπῶς τὴν ἐνανθρώπησιν τοῦ Κυρίου. Ἄχραντὸν μοὶ νόει καὶ ἀῤῥύπωτον τὴν θεότητα· κἂν ἐν ὑλικῇ φύσει γένηται», λέγει πάλι ὁ Μέγας Βασίλειος.
Οἱ φύσεις Τοῦ Χριστοῦ εἶναι δύο, ἡ Θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη, ἑνωμένες ἀσυγχύτως ἐν μιὰ ὑποστάσει κι ἕνα πρόσωπο, αὐτὸ Τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Ὁ ὅρος τῆς Δ` Οἰκουμενικῆς Συνόδου λέγει: «τέλειον τὸν αὐτὸν ἐν θεότητι καὶ τέλειον τὸν αὐτὸν ἐν ἀνθρωπότητι… ὁμοούσιον τῷ πατρὶ κατὰ τὴν θεότητα, καὶ ὁμοούσιον τὸν αὐτὸν ἡμῖν κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα, κατὰ πάντα ὅμοιον ἡμῖν χωρὶς ἁμαρτίας… ἐν δύο φύσεσιν ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον…».
Καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής μας λέγει ἐν τῷ Ἁγίῳ Εὐαγγελίω: « Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θὲὸς ἦν ὁ Λόγος. Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας….. Οὗτος ἦν ἐν ἀρχῇ πρὸς τὸν Θεόν, πάντα δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ χὼρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν….. ἐν τῷ κὸσμῳ ἦν, καὶ ὁ κόσμος δι᾿ αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω».
Μᾶς ἀναφέρει καθαρὰ ἐδῶ ὁ ἠγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ, ὅτι ὁ Θεὸς Λόγος καὶ μονογενὴς Υἱὸς Τοῦ Θεοῦ ποὺ διὰ Αὐτοῦ τὰ πάντα δημιουργήθηκαν, ἐσαρκώθη, ἔλαβε σάρκα ἀνθρώπινη καὶ ἦλθε ἀνάμεσά μας καὶ εἴδαμε τὴν δόξαν καὶ τὴν δύναμιν του, ἀλλὰ ὁ κόσμος δυστυχῶς δὲν ἀναγνώρισε τὸν Δημιουργόν του.
Ὁ Θεὸς Λόγος λοιπὸν μετὰ τὴν Θείαν Αὐτοῦ ἐνανθρώπησιν, ἔχει ἀνθρώπινο σῶμα ὅπως καὶ ἡμεῖς οἱ λοιποὶ ἄνθρωποι καὶ πλέον ἡ ἀνθρώπινη φύση εἶναι καὶ φύσις Θεοῦ.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μας πληροφορεῖ ὀτι ἐν τῷ Χριστῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς Θεότητος σωματικῶς. Ὅλος ὁ Θεὸς δηλαδὴ κατοικεῖ ἐν τῷ σώματι Τοῦ Χριστοῦ. Γι αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος μᾶς ὅταν τὸν ρώτησε ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος “Κύριε, δεῖξον ἡμῖν τὸν πὰτέρα καὶ ἀρκεῖ ἡμῖν, εἶπεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν εἰμι, καὶ οὐκ ἔγνωκάς μὲ Φίλιππε; ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πὰτέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πάτέρα;”
Ὁ Θεὸς ἐν τῇ ἀπείρῳ ἀγάπῃ Αὐτοῦ καὶ θέλοντας νὰ ἐπαναφέρει τὸν ἄνθρωπον στὴν προπτωτικὴν κατάστασιν, γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ ἀνθρώπινη φύσις ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατον καὶ σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο οἰκονομίας Του, ἔπρεπε νὰ βρεθεῖ ἕνας νέος Ἀδὰμ μὲ τὴν ἴδια θνητὴ ἀνθρώπινη φύση, ποὺ νὰ ἔχει ὅμως τὴν δύναμη νὰ νικήσει τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατον καὶ νὰ ἐπανορθώσει διὰ τὴν παρακοὴ τοῦ πρώτου Ἀδάμ, μὲ τελεία ἕως θανάτου ὑπακοὴ πρὸς Τὸν Θεὸν Πατέρα, νὰ νικήσει τὸν θάνατον μὲ θάνατο καὶ ἀνάσταση καὶ νὰ ἀναστήσει μαζί του καὶ τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Αὐτὴν τὴν δύναμιν καὶ ἐξουσίαν τὴν ἔχει μόνον ὁ Θεὸς καὶ γιὰ νὰ ἐκπληρωθεῖ τὸ σχέδιο οἰκονομίας διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν ἀνθρώπων, ἔπρεπε νὰ γίνει ἄνθρωπος κανονικὸς ὅπως κι ἐμεῖς καὶ νὰ προσλάβει αὐτὴν τὴν φθαρτὴ καὶ θνητὴ φύση μας, γιὰ νὰ τὴν θεραπεύσει καὶ νὰ γίνει ὁ νέος Ἀδάμ, βαστάζοντας τὴν ἁμαρτία τοῦ πρώτου Ἀδὰμ καὶ δίνοντας ὡς λύτρον τὸ αἷμα τοῦ διὰ φρικτοῦ πάθους καὶ μαρτυρίου, διὰ νὰ μᾶς ἐξαγοράσει ἀπὸ τὸν ἀρχέκακον διάβολον, εἰς τὸν ὁποῖον εἴχαμε ὑποδουλωθεῖ διὰ τῆς παρακοῆς καὶ τῆς ἁμαρτίας. Ὄντας ἀναμάρτητος ὁ Χριστός, ἐν τούτοις πλήρωσε μὲ τὸ αἷμα του διὰ τὶς δικές μας ἁμαρτίες καὶ μᾶς ἐξαγόρασε, δίχως νὰ ἀδικήσει οὔτε αὐτὸν τὸν μισόκαλον διάβολον.
Ἦταν ἀδύνατον ὀμως αὐτὸς ὁ ὑπεράνω τοῦ νοῦ καθαρότητος, ὁ Θεὸς Λόγος, νὰ ἑνωθεῖ μὲ μολυσμένην φύσιν διὰ νὰ σαρκωθεῖ, διότι εἶναι το μόνον πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἀδύνατον εἰς Τὸν Θεόν, τὸ νὰ ἔλθει δηλαδὴ σὲ ἕνωσιν μὲ ἀκάθαρτον καὶ μολυσμένον ὀν ἀπὸ ἁμαρτία, καθότι φύσις ἀναμάρτητος ἐστί. Γι’ αὐτὸ καὶ χρειαζόταν κατ’ ἀνάγκην μία τελείως ἀμόλυντη καὶ καθαρότατη καὶ πάναγνη παρθένος γιὰ τὴν κυοφορίαν καὶ Γέννησιν Τοῦ Θεοῦ Λόγου μὲ ἀνθρώπινη μορφή, ἡ ὁποία εὑρέθη εἰς τὸ πρόσωπόν της Παναγίας. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἡ ἐκ προσευχῆς γέννησή της ἀπὸ τὸ Ἅγιον ζεῦγος τοῦ Ἰωακεὶμ καὶ τῆς Ἄννας, μὲ ἀπόλυτον πίστην καὶ θερμὴ προσευχὴ διὰ τὴν λῆξιν της ἀτεκνίας τους, διὰ τῆς ὁποίας θερμῆς προσευχῆς ἔλαβαν καὶ τὴν ὑπόσχεσιν καὶ συνέλαβαν τὴν Θεομήτωρ. Καὶ ἐπειδὴ οἱ ἅγιοι αὐτοὶ γονεῖς της, πέτυχαν τὸ ποθούμενον, ἔσπευσαν νὰ ἐκπληρώσουν καὶ τὴν πρὸς Τὸν Θεὸν ὑπόσχεσιν τοὺς καὶ μετὰ τὸν ἀπογαλακτισμόν της τριῶν μόλις ἐτῶν, νὰ τὴν ὁδηγήσουν καὶ νὰ τὴν ἀφιερώσουν εἰς τὸ Ἱερὸν τοῦ Θεοῦ καὶ εἰς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων.
Ὁ Ἁγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μας λέγει, ὅτι ἡ Παναγία μας, «ζοῦσε μέσα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων τὴν ἱερὰν ἡσυχίαν, τὴ στάση τοῦ νοῦ καὶ τοῦ κόσμου, τὴ λησμονιά των κάτω, τὴν μύηση τῶν ἄνω, τὴν ἀπόθεση τῶν νοημάτων πρὸς τὸ καλύτερο, διὰ τῆς παιδείας ἀπὸ τὴν ἡσυχία ποὺ θεωροῦμε μέσα σ’ αὐτὴν Τὸν Θεόν. Ἀφοῦ λύθηκε ἀπὸ κάθε ὑλικὸ δεσμὸ ἀνυψώθηκε πάνω καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν συμπάθεια πρὸς τὸ σῶμα της, σύνηψε τὸ νοῦ της μὲ τὴν πρὸς τὸν ἑαυτό του στροφὴ καὶ προσοχὴ καὶ μὲ τὴ ἀδιάλειπτο θεία προσευχή. Καὶ δι’ αὐτῆς ἐρχόμενη τελείως εἰς τὸν ἑαυτό της καὶ ὑπερβαίνοντας το πολύμορφο συρφετὸ τῶν λογισμῶν, διέκρινε νέα καὶ ἀπόρρητη ὁδὸ στοὺς οὐρανούς, ποὺ θὰ τὴν ἔλεγα νοητὴ σιγή. Ἀφοῦ ἔτσι μυήθηκε στὰ ἀνώτατα μυστήρια μὲ αὐτὲς τὶς ἀκρότατες θεωρίες καὶ κατὰ τὸ τρόπο αὐτὸν ἑνώθηκε καὶ ἀφομοιώθηκε ἀπὸ Τὸν Θεόν, μόνη αὐτὴ εἰς τοὺς αἰῶνες ἐπετέλεσε αὐτὴ τὴν ὑπερφυὰ πρεσβεία γιὰ χάρη μας καὶ μόνη της τὴν ἀποπεράτωσε, πραγματοποιῶντας τὸ μέγα καὶ τὸ πάνω ἀπὸ τὸ μέγα κατόρθωμα. Διότι δὲν ἔγινε μόνο καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ ἔκαμε Τὸν Θεὸν καθ’ ὁμοίωσιν ἀνθρώπου. Καὶ δὲν τὸ ἔκανε αὐτὸ πείθοντάς τον, ἀλλὰ καὶ τὸν κυοφόρησε ἀσπόρως καὶ τὸν γέννησε ἀφράστως, κατὰ τὴν χάρη ἀπὸ τὸ Θεό, (γι’ αὐτὸ καὶ προσαγορεύθηκε ἀπὸ τὸν Ἀρχάγγελο, Κεχαριτωμένη).
Ποιός νὰ περιγράψει τὰ μεγαλεῖα σου, παρθένε; Ἔγινες Θεομήτωρ, ἕνωσες τὸ νοῦ μὲ Τὸν Θεόν, ἕνωσες Τὸν Θεὸν μὲ τὴν σάρκα, ἔκανες Τὸν Θεὸν υἱὸν ἀνθρώπου καὶ τὸν ἄνθρωπον υἱὸν Θεοῦ, συμφιλίωσες τὸν κόσμο μὲ τὸν ποιητὴ τοῦ κόσμου. Μᾶς δίδαξες μὲ ἔργα ὅτι τὸ θεωρεῖν δὲν προσγίνεται μόνο μὲ αἴσθηση ἢ καὶ λογισμὸ στοὺς πραγματικοὺς ἀνθρώπους (διότι τότε θὰ ἦσαν λίγο μόνο καλύτεροι ἀπὸ τὰ ἄλογα), ἀλλὰ πολὺ περισσότερο μὲ τὴ κάθαρση τοῦ νοῦ καὶ τὴ μέθεξη τῆς θείας χάριτος, μὲ τὴν συνέλιξιν τοῦ νοῦ ποὺ ἐντρυφοῦμε στὰ θεοειδῆ κάλλη ὄχι μὲ λογισμούς, ἀλλὰ μὲ ἄϋλες ἐπαφές».
Ἡ συνέλιξις καὶ ἡ κάθαρσις τοῦ νοῦ ποὺ ἀναφέρει ὁ ἅγιος Γρηγόριος συντελεῖται μόνο μὲ τὴν νήψη καὶ τὴν ἀδιάλειπτο προσευχή, (νήψη ὀνομάζεται μία νοερὰ ἐργασία τὴν ὁποίαν ἀσκοῦν κυρίως οἱ ἡσυχασταί, γιὰ νὰ ἐπαναφέρουν τὸν νοῦ ἀπὸ ὑλικὲς καὶ κοσμικὲς σκέψεις καὶ λογισμοὺς εἰς ἑαυτὸν καὶ ὑποδηλώνει κάθαρσις, ἀπὸ τὸ ρῆμα νήφω ποὺ σημαίνει καθαρίζω). Ἀλλὰ ποῖος ὅμως σήμερα ἀγαπητοὶ μοῦ ἀσχολεῖται μὲ τὴν νήψη καὶ συναγάγει τὸν νοῦ του πρὸς ἑαυτὸν ἀπὸ τὰ κοσμικὰ καὶ ὑλικά, γιὰ νὰ τὸν κατευθύνει πρὸς τὸν Θεόν;….. Δὲν ἀδολεσχοῦμε στὰ θεῖα δυστυχῶς, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ χρόνος μας νὰ ἀναλώνεται στὰ ὑλικὰ καὶ τὰ κοσμικά. Δὲν μελετᾶμε τοὺς Πατέρες καὶ δὲν προσευχόμαστε κι ἀρκούμαστε σ’ ἕναν ἑσπερινὸ καὶ μία κυριακάτικη Θεία Λειτουργία καὶ μετὰ σπαταλᾶμε τὸν χρόνο μας σὲ ἀνούσια πράγματα. Μπαίνουμε στὸ αὐτοκίνητο γιὰ νὰ πᾶμε ἀπὸ δῶ μέχρι ἐκεῖ καὶ ἀκοῦμε κοσμικὴ μουσικὴ καὶ τραγούδια, στὸ δωμάτιό μας ἔχουμε συνδρομητικὴ τηλεόραση καὶ ὅλη τὴν ἡμέρα ἤμαστε χωμένοι μέσα στὸ κινητό μας τηλέφωνο καὶ στὸ διαδίκτυο κι ἔτσι διαχέεται ἡ ἐνέργεια τοῦ νοῦ μας μόνον εἰς τὰ κοσμικὰ καὶ οὐχὶ εἰς τὰ πνευματικά. Δηλαδή, καθεύδουμε ὡς αἱ μωραὶ παρθέναι. Ἔχω δεῖ μοναχοὺς κατὰ τὴν θητεία μοῦ ἐν Ἁγίῳ Ὄρει, ποὺ μὲ θεῖον πόθον καὶ ἀδιάλειπτον προσευχὴν καὶ νῆψιν, ἔφτασαν πολὺ γρήγορα σὲ ἀπάθειαν καὶ μεγάλα πνευματικὰ μέτρα ἁγιότητος κι ἔχω δεῖ καὶ μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ὅλην τὴν ἡμέραν ἦταν στὸ κελί τους μὲ τὰ ἀκουστικὰ στ’ αὐτιὰ καὶ τὰ μάτια σὲ θεάματα καὶ τελικὰ πέθαναν μέσα στὰ πάθη τους, ἄνευ ἐλαίου εἰς τὰς λαμπάδας αὐτῶν. Νόμιζαν ὅτι καὶ ὁ Νυμφίος καθεύθει ὅπως κι αὐτοί.
Ἀλλὰ ἂς δοῦμε τί ἄλλο μᾶς λέγει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γιὰ τὴν Παναγία.
«Ἔκαμες τοὺς ἀνθρώπους… λέγει ἐν συνεχείᾳ γιὰ τὴν Παναγία ὁ Παλαμᾶς…., ὁμοδίαιτους μὲ τοὺς ἀγγέλους, ἢ μᾶλλον λέει ἀξίωσες καὶ μεγαλυτέρων βραβείων, ἀφοῦ συνέλαβες ἀπὸ Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα θεανδρικὴ μορφὴ καὶ τὴν γέννησες παράδοξα καὶ κατέστησες τὴν ἀνθρώπινη φύση ἀπορρήτως συμφυῆ καί, θὰ λέγαμε, ὀμόθεη μὲ τὴ θεία φύση».
Πῶ, πῶ, ἀγαπητοί μου, τί μᾶς λέει ἐδῶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος…, ἡ δική μας φύση ἔγινε ὀμόθεη μὲ τὴν Θεία φύση. Καὶ πότε ἔγινε αὐτό…; τώρα μεθαύριο ποὺ ἑορτάζουμε τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀπ’ αὐτὴν τὴν πανάμωμον παρθένον. Μὲ τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Παναγία ἔγιναν ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Καὶ πὼς τὰ πέτυχε ὅλα αὐτὰ ἡ Παρθένος; διὰ τῆς ἀπολύτου καθαρότητος, τοῦ θείου πόθου καὶ τῆς προσηλώσεως τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς εἰς Τὸν Θεόν. Σήμερα ὅμως οἱ ἄνθρωποι δὲν θέλουν νὰ ἀκοῦν γιὰ τὸν Θεόν, ἀκοῦνε κήρυγμα ἱερέως καὶ δυσανασχετουν καὶ φεύγουν, γιατί ἀγαποῦν τὰ πάθη τους καὶ δὲν θέλουν νὰ τοὺς πεῖ κάποιος ὅτι ζοῦν στὴν ἁμαρτία, γιατί εἶναι δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι φιλήδονοι καὶ φίλαυτοι καὶ κάθε τι ποὺ ἀπειλεῖ την φιλοδονία καὶ τὴν φιλαυτία τους τὸ ἀποφεύγουν. Ἔτσι καὶ τὸν καιρὸ τοῦ Νῶε οἱ ἄνθρωποι ἔτρωγαν ἔπιναν χόρευαν καὶ ἁμάρταναν καὶ ἀδιαφοροῦσαν γιὰ τὸν Θεόν, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ ἦρθε ὁ κατακλυσμὸς καὶ χάθηκαν ὅλοι κακεὶν κακῶς. Τὸ ἴδιο καὶ τὴν ἐποχή των Σοδόμων, ἔτρωγαν ἔπιναν χόρευαν διασκέδαζαν καὶ ἁμάρταναν καὶ ἀδιαφοροῦσαν γιὰ τὸν Θεόν. Καὶ ἦρθε ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ καὶ χάθηκαν ὅλοι κακεὶν κακῶς. Καὶ στὴν βασιλεύουσαν Πόλιν ὅταν ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ἡ Πόλις ἔπεσε στὰ βρώμικα χέρια τῶν κατακτητῶν. Σήμερα στὴν ἐποχή μας τί νομίζετε ὅτι θὰ γίνει ἂν συνεχίσουμε νὰ ζοῦμε κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον; Λέτε νὰ μᾶς χαριστεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ μᾶς δώσει ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, ἄνευ ἔργων μετανοίας; Ἐγὼ δὲν τὸ νομίζω πάντως. Καὶ εἶπεν Κύριος ὁ Θεός: ΄΄Οὐ μὴ καταμείνει τὸ πνεῦμα μοῦ ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα, διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γένεσις 6/στ΄ 1-4).
Στὴν σημερινὴ ἐποχὴ ἀκόμη κι αὐτοὶ ποὺ ἐγκρατεύονται καὶ ἀγωνίζονται, δυστυχῶς λοιδωροῦνται καὶ ἐμπαίζονται ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς Χριστιανούς. Θὰ ἔρθει ὅμως γιὰ ὅλους ἡ ἔνδικος μισθαποδοσία καὶ ὅπως ἔστρωσαν ἔτσι καὶ θὰ κοιμηθοῦν.
Τὰ Χριστούγεννα λοιπὸν ἀγαπητοί μου, διὰ νὰ μὴ μακρηγορήσουμε τὸν λόγο μας, εἶναι ἡ σάρκωσις καὶ ἡ ἔλευσις τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσα μας, εἶναι ἡ θεωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, εἶναι ἡ ἕνωσις τοῦ κτιστοῦ μὲ τὸ ἄκτιστον, εἶναι ἐπάνοδος ἀπὸ τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο στὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία, εἶναι ἕνωσις τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἡ ἀπαρχὴ τῆς σωτηρίας μας, εἶναι τὸ ὑπερκόσμιον καὶ ἄκτιστον Φὼς ποὺ φωτίζει τὸ σκότος τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ νοῦ μας, εἶναι ἡ ἄκρα συγκατάβασις καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπον, εἶναι ἡ υἱοθεσία μας ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα ποὺ μᾶς καλεῖ ὡς τέκνα ἠγαπημένα στὴν βασιλεία του, εἶναι τὸ πέρασμα πρὸς τὴν αἰωνιότητα καὶ πλέον ἡ ζωή μας ἀπέκτησε καὶ πάλιν σκοπὸν καὶ νόημα. Τόσον πολὺ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν Υἱό του τὸν μονογενή παρέδωκεν διὰ νὰ σταυρωθεῖ, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλὰ ἔχει ζωὴν αἰώνιον.
Ἀγαπητοί μου, πλέον το μόνον ποὺ ἔχουμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ καθαρθοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία, γιὰ νὰ ἔλθει ὅλος ὁ Θεὸς μέσα μας καὶ νὰ ἑνωθεῖ μαζί μας, γιατί ὅπως προαναφέραμε ὁ Θεὸς μὲ ἀκάθαρτο καὶ ἁμαρτωλὸ ὀν, δὲν δύναται νὰ ἑνωθεῖ, διότι ἀπεχθάνεται τὴν ἁμαρτία. Ἤδη συνετάφημεν τῷ Χριστῷ διὰ τοῦ Ἁγίου βαπτίσματος καὶ ἤδη γίναμε μέλη δικά του, διότι ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Αὐτὸ ποὺ μᾶς χωρίζει πλέον ἀπὸ τὴν τελείαν ἕνωσιν μὲ τὸν Θεόν, εἶναι ἡ ἁμαρτία. Νὰ λοιπὸν τί ἀγῶνα πρέπει νὰ κάνουμε αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡμέρες. Νὰ διεξάγουμε πόλεμο ἐνάντια στὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη μας.
Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ὁδὸς λέγει ὁ Χριστός….δι ἐμου ἐὰν τὶς εἰσέλθει σωθήσεται. Ἔχουμε τὶς ἐντολές, ἔχουμε τὸν ἴδιον τὸν Θεὸν βοηθὸν καὶ το μόνον ποὺ χρειαζόμαστε εἶναι ἡ μετάνοια γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ τὸ νὰ δοθοῦμε μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς μᾶς εἰς τὸν Χριστὸν καὶ τὴν πνευματικὴν ἄσκησιν, διὰ τὴν κάθαρσιν τοῦ νοῦ καὶ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία. Ἀμὴν ἀγαπητοί μου, ὁ ἐν σπηλαίῳ γεννηθεὶς καὶ ἐν φάτνῃ ἀνακληθείς, διά την ἡμῶν σωτηρίαν, Χριστὸς ὁ Ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν, νὰ μᾶς σκεπάζει καὶ νὰ μᾶς καθοδηγεῖ πάντοτε.
Καλὰ Χριστούγεννα μὲ ὑγεία καὶ εὐλογία Θεοῦ καὶ πάνω ἀπ ὅλα μὲ μετάνοια. Καλημέρα σας.
Ἱερομόναχος π. Συμεῶν Ἀποστολάκης.